Αμβλυωπία (τεμπέλικο μάτι)
Η Αμβλυωπία ή, όπως κοινώς λέγεται, “τεμπέλικο μάτι”, είναι η κατάσταση που εμφανίζεται σε ένα μάτι που έχει μεγάλη διαθλαστική ανωμαλία (μυωπία, υπερμετρωπία, αστιγματισμό), και καταλήγει σε μόνιμη θολή όραση αν δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα και κατάλληλα. Αμβλυωπία επίσης μπορεί να εμφανιστεί σε περιπτώσεις στραβισμού αν “φεύγει” πάντοτε το ίδιο μάτι και αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα να μην αναπτυχθεί η όραση αυτού του ματιού. Το αμβλυωπικό μάτι ενώ ανατομικά είναι ένα φυσιολογικό μάτι, λειτουργικά υπολείπεται σε άλλοτε άλλο βαθμό, διότι λόγω του ότι τα οπτικά ερεθίσματα δεν φτάνουν ως καθαρές εικόνες στον εγκέφαλο, δεν αναπτύσσονται σωστά οι συνδέσεις αναγνώρισης των εικόνων μεταξύ οπτικού νεύρου και εγκεφάλου. Ένα παιδί με αμβλυωπία στο ένα μάτι, συμπεριφέρεται σαν να μην έχει κανένα πρόβλημα όρασης, γιατί έχει συνηθίσει να βλέπει μόνο από το ένα μάτι. Το πρόβλημα μπορεί να διαγνωστεί μόνο με οφθαλμολογικό έλεγχο.
‘Οταν οι γονείς έχουν την εντύπωση ότι κάποιο μάτι του παιδιού “φεύγει” ή ότι ίσως να μην βλέπει καλά, θα πρέπει να φέρουν το παιδί στον ειδικό οφθαλμίατρο όσο πιο σύντομα γίνεται. Η άποψη: “Αφήστε το παιδί να μεγαλώσει, έτσι ώστε να είναι πιο πολύ συνεργάσιμο και μετά να το πάτε στο γιατρό”, είναι τελείως λανθασμένη και οδήγησε σε αμβλυωπία το 3-5% του γενικού πληθυσμού, γιατί ο στραβισμός ή η μεγάλη διαθλαστική ανωμαλία που είχαν δεν αντιμετωπίσθηκαν έγκαιρα. Και έγκαιρη αντιμετώπιση σημαίνει αντιμετώπιση σε όσο μικρότερη ηλικία γίνεται, και πάντως μέσα στα πρώτα 6-7 χρόνια της ζωής, περίοδο στην οποία διαμορφώνεται η ανάπτυξη των οπτικών νευρικών οδών και αναπτύσσεται η φυσιολογική όραση. Μετά την ηλικία αυτή, η βελτίωση της όρασης δεν είναι πρακτικά δυνατή.
Ο ειδικός οφθαλμίατρος έχει τη δυνατότητα να διαγνώσει έγκαιρα την αμβλυωπία και να την αντιμετωπίσει με τον κατάλληλο τρόπο ανάλογα με την περίπτωση. Η αντιμετώπιση της αμβλυωπίας θα έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της όρασης. Αυτό συνήθως επιτυγχάνεται με έναν ή περισσότερους από τους παρακάτω τρόπους :
1. Χορήγηση των κατάλληλων γυαλιών (εφόσον είναι απαραίτητο).
Τα γυαλιά διορθώνουν τα διαθλαστικά προβλήματα και εξασφαλίζουν καλή όραση. Ακόμη σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα σε μεγάλη υπερμετρωπία, μπορεί να διορθώσουν (ή να μειώσουν) και τη γωνία του στραβισμού, αν συνυπάρχει στραβισμός.
2. Κάλυψη του ματιού με την καλύτερη όραση.
Η κάλυψη αυτή του “καλού” ματιού με ειδικό επίδεσμο για εβδομάδες (ή και μήνες) υποχρεώνει το παιδί να κοιτάζει με το μάτι που προηγουμένως “έφευγε” και έχει μειωμένη όραση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της όρασης του ματιού αυτού.
3. Χορήγηση φαρμάκων (κολλυρίων), όπως η ατροπίνη. Μπορεί να βοηθήσουν και αυτά σε ορισμένες περιπτώσεις.
4. Ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα computer (neurovision), για παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας. Είναι κλινικά αποτελεσματική θεραπεία, η οποία αποσκοπεί στην «εκπαίδευση» του εγκεφάλου, ώστε να αναγνωρίζονται ευκρινώς τα αντικείμενα.
5. Ειδικά ηλεκτρονικά γυαλιά αμβλυωπίας (amblyz), που κάνουν πιό εύκολη τη συμμόρφωση των μικρών παιδών στην θεραπεία.
Όταν εξασφαλισθεί ότι η όραση έχει εξισωθεί και στα δύο μάτια, τότε αυτή είναι η πιο κατάλληλη στιγμή για τη χειρουργική αντιμετώπιση του στραβισμού.
Ως γονέας, μπορείτε να κάνετε 3 πολύ σημαντικά πράγματα:
1. Να φροντίσετε ώστε η εξέταση των ματιών των παιδιών σας από οφθαλμίατρο να γίνει νωρίς (πρίν την ηλικία των 3 ετών)
2. Να αρχίσετε την θεραπεία (εφόσον σας προταθεί), όσο το δυνατόν γρηγορότερα
3. Να βεβαιωθείτε οτι τόσο εσείς όσο και το παιδί σας ακολουθείτε πιστά το θεραπευτικό πλάνο.